Λέξη: τελειοποιώ
Σχετικές λέξεις: τελειοποιώ
τελειοποιώ συνώνυμο, τελειοποιώ συνωνυμα
Συνώνυμα: τελειοποιώ
περατώ, τελειώνω, τελειώ
Μεταφράσεις: τελειοποιώ
τελειοποιώ στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
perfect, mastering, mastering new
τελειοποιώ στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
perfecto, masterización, mastering, la masterización, dominio, de masterización
τελειοποιώ στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
virtuos, vollkommen, rein, vollendet, perfekt, vervollkommnen, perfektionieren, völlig, Mastering, Beherrschung, Mastern
τελειοποιώ στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
entier, parfait, pur, plénier, total, idéal, complet, parfaire, améliorer, parachever, perfectionner, radical, mastering, maîtrise, le mastering, la maîtrise, maîtrise de
τελειοποιώ στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
perfezionare, perfetto, completo, mastering, masterizzazione, padronanza, di mastering, di masterizzazione
τελειοποιώ στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
perfeito, aprimorado, puro, são, aperfeiçoar, castiço, masterização, domínio, de masterização, mastering, dominar
τελειοποιώ στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
perfect, schoon, zuiver, onvermengd, volmaakt, puur, helder, rein, louter, volkomen, mastering, masteren, beheersing, beheersen
τελειοποιώ στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
абсолютный, законченный, изощрять, подробный, основательный, отделывать, идеальный, безупречный, полный, круглый, точный, совершенный, безукоризненный, перфект, детальный, освоение, мастеринг, мастеринга, овладение, освоения
τελειοποιώ στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
perfekt, fullkommen, mestring, maste, mastering, mestrings, mestre
τελειοποιώ στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
maste, Mastering, mast, Mastering och, mastring
τελειοποιώ στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puhdas, täydellinen, mainio, perfekti, aito, täysi, masterointi, Mastering, masteroinnin, masterointiin, masterointia
τελειοποιώ στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mastering, beherskelse, mestring, beherske
τελειοποιώ στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bezvadný, perfektní, dokonalý, ideální, úplný, zdokonalit, zlepšit, mastering, zvládnutí, zvládat, osvojení, masteringu
τελειοποιώ στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
doskonały, bezbłędny, uprzedni, doskonalić, skończony, zupełny, perfekcyjny, idealny, masteringu, mastering, opanowanie, masteringiem, Doskonalenie
τελειοποιώ στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mastering, a mastering, masteringet, masteringet is, maszterelés
τελειοποιώ στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kamil, temiz, mastering, kalıplama, masterlama, Hakim, yönetimine uygun
τελειοποιώ στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перфект, повний, ідеальний, точний, бездоганний, освоєння, засвоєння
τελειοποιώ στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mastering, zotërimi
τελειοποιώ στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мастеринг, мастериране, мастеринга, овладяване, усвояване
τελειοποιώ στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
засваенне, асваенне
τελειοποιώ στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
perfekt, ideaalne, omasekstegemine, omandamine, masterointia, Masterdamine, Mastering
τελειοποιώ στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
završen, perfektno, besprijekoran, pravi, perfekt, perfektan, mastering, ovladavanje, ovladavanja
τελειοποιώ στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
húsbóndi, Mastering
τελειοποιώ στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
expletus
τελειοποιώ στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įvaldymas, įsisavinimas, masteringas, masteringu, masteringą
τελειοποιώ στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apgūt, apgūšana, apguve, Mastering, apguvei
τελειοποιώ στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мастеринг, Совладувањето, совладување, мастериране
τελειοποιώ στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
perfect, mastering, Masterizare, stăpânirea, stăpânirea de, de mastering
τελειοποιώ στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
popoln, odličen, mastering, obvladovanje, obvladujemo, obvladanje
τελειοποιώ στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mastering
Τυχαίες λέξεις