Puolueeton στα ελληνικά
Μετάφραση: puolueeton, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικειμενικός, απρόσωπος, ουδέτερος, νεκρό, ουδέτερο, ουδέτερη, ουδέτερα, ουδέτερες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- puolue στα ελληνικά - παρέα, συμβαλλόμενος, φατρία, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, ...
- puolueellisuus στα ελληνικά - προκατάληψη, πρόληψη, μεροληψία, πόλωσης, πόλωση, μεροληψίας
- puoluekokous στα ελληνικά - συνέδριο, Κογκρέσο, Κογκρέσου, το Κογκρέσο, Congress
- puolueryhmä στα ελληνικά - φατρία, παράταξη, φατρίας, φράξια, παράταξης
Τυχαίες λέξεις
Puolueeton στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικειμενικός, απρόσωπος, ουδέτερος, νεκρό, ουδέτερο, ουδέτερη, ουδέτερα, ουδέτερες
Μεταφράσεις: αντικειμενικός, απρόσωπος, ουδέτερος, νεκρό, ουδέτερο, ουδέτερη, ουδέτερα, ουδέτερες