Puute στα ελληνικά

Μετάφραση: puute, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπανιότητα, αποστατώ, ελάττωμα, θέλω, αναγκαιότητα, ανάγκη, ξηρασία, έλλειψη, υστέρημα, έλλειψης, η έλλειψη, απουσία, την έλλειψη
Puute στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • puutarhuri στα ελληνικά - κηπουρός, κηπουρό, κηπουρού, κηπουρό που
  • puutavara στα ελληνικά - ξυλεία, ξυλείας, ξύλο, ξύλου, της ξυλείας
  • puutiainen στα ελληνικά - τικ, τσιμπούρι, tick, κροτώνων, κρότωνα, σημάδι
  • puutteellinen στα ελληνικά - ελλιπής, απών, ελαττωματικός, ανεπαρκής, ανεπαρκή, ανεπαρκείς, ανεπαρκούς, ...
Τυχαίες λέξεις
Puute στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπανιότητα, αποστατώ, ελάττωμα, θέλω, αναγκαιότητα, ανάγκη, ξηρασία, έλλειψη, υστέρημα, έλλειψης, η έλλειψη, απουσία, την έλλειψη