Εξοικειώνω στα αγγλικά
Μετάφραση: εξοικειώνω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
accustom, acquaint with, accustome to
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εξοικειώνω
familiarize
- εξοικειώνω
- ενημερώνω
- εξοικειώνω
- εξοικειώνω
Σχετικές λέξεις: εξοικειώνω
εξοικειώνω συνωνυμα, εξοικειώνω λεξικό γλώσσας αγγλικά, εξοικειώνω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εξοικειωμένος στα αγγλικά - familiar, conversant, acquainted, accustomed, unfamiliar
- εξοικειώνομαι στα αγγλικά - accustom, am familiar
- εξοκέλλω στα αγγλικά - strand
- εξολοθρεύω στα αγγλικά - eradicate, exterminate, purge, extinguish, stamp out
Τυχαίες λέξεις
Εξοικειώνω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: accustom, acquaint with, accustome to
Μεταφράσεις: accustom, acquaint with, accustome to