Sekamelska στα ελληνικά

Μετάφραση: sekamelska, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναστάτωση, αναταραχή, ενόχληση, πτερυγίζω, σάλος, συνονθύλευμα
Sekamelska στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • katkonainen στα ελληνικά - διαλείπων, διαλείπουσα, διακοπτόμενη, διαλείπουσας, διαλείπον
  • kirpeä στα ελληνικά - ξηρός, αλάτι, καυστικός, ζωντανός, νωπός, στραβός, πόρνη, ...
  • lohko στα ελληνικά - τμήμα, φέτα, τομή, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, ...
  • oheistarvike στα ελληνικά - συνεργός, αξεσουάρ, εξαρτήματα, εξαρτημάτων, τα εξαρτήματα, εξαρτήματά
Τυχαίες λέξεις
Sekamelska στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναστάτωση, αναταραχή, ενόχληση, πτερυγίζω, σάλος, συνονθύλευμα