Törmätä στα ελληνικά

Μετάφραση: törmätä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύναμη, συμβαίνω, κριάρι, διαδραματίζω, συγκρούομαι, συναντώ, εμβολίζω, εξαναγκάζω, συγκρούω, συνάντηση, βία, χτύπημα, πρόσκρουση, χτυπήσει, bump, χτυπήσετε
Törmätä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • malttamaton στα ελληνικά - γρήγορος, γοργός, πρόθυμος, εμπαθής, παθιασμένος, ανυπόμονος, ανυπόμονοι, ...
  • melko στα ελληνικά - εντελώς, κάπως, αρκετά, όμορφη, πολύ, όμορφο, λίγο
  • perillinen στα ελληνικά - κληρονόμος, κληρονόμο, κληρονόμου, διάδοχος, διάδοχο
  • piilottaa στα ελληνικά - κρύβω, κρύβομαι, φυλάω, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
Τυχαίες λέξεις
Törmätä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύναμη, συμβαίνω, κριάρι, διαδραματίζω, συγκρούομαι, συναντώ, εμβολίζω, εξαναγκάζω, συγκρούω, συνάντηση, βία, χτύπημα, πρόσκρουση, χτυπήσει, bump, χτυπήσετε