Λέξη: τσέλο
Σχετικές λέξεις: τσέλο
τσέλο βιολοντσέλο, μαθήματα τσέλο, αγορα τσέλο, ηλεκτρικό τσέλο, τσέλο στα αγγλικά, τσέλο τιμές, τσέλο φωτογραφίεσ, τσέλο wiki, μεταχειρισμένο τσέλο
Συνώνυμα: τσέλο
βιολοντσέλο
Μεταφράσεις: τσέλο
τσέλο στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cello, the cello, a cello, cellos
τσέλο στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
violonchelo, violoncelo, cello, chelo, violoncello
τσέλο στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Cello, Violoncello, Cellos
τσέλο στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
violoncelle, cello, le violoncelle, de violoncelle, du violoncelle
τσέλο στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
violoncello, cello, il violoncello, di violoncello, del violoncello
τσέλο στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
violoncelo, cello, do violoncelo, o violoncelo, de violoncelo
τσέλο στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
cello, cel, violoncel, violoncello
τσέλο στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
виолончель, виолончели, Партия виолончели, Cello, для виолончели
τσέλο στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
cello, celloen
τσέλο στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
cello, violoncell, cellon
τσέλο στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sello, sellolle, sellon, selloa, cello
τσέλο στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
cello, celloen, på cello, celloens
τσέλο στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
čelo, violoncello, cello, Violoncellový, pro violoncello
τσέλο στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wiolonczela, Cello, wiolonczelę, wiolonczeli, Wiolonczelowy
τσέλο στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
cselló, gordonka, csellóra, csellón, gordonkára
τσέλο στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çello, viyolonsel, Cello
τσέλο στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
віолончель, виолончель
τσέλο στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
violimçel, cello, violonçel
τσέλο στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
виолончело, чело, виолончелото, виолончелист, по виолончело
τσέλο στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
віяланчэль, віялянчэль
τσέλο στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tšello, tšellole, sello, cello, tšellot
τσέλο στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
violončelo, čelo, violončela, violonËelo, violončelu
τσέλο στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
selló, sellóleikari
τσέλο στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
violončelė, violončelei, cello, violončelių, violončelės
τσέλο στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
čells, čellam, čella, čellu, cello
τσέλο στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
виолончело, Виолончелото
τσέλο στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
violoncel, violoncelul, de violoncel, cello, pentru violoncel
τσέλο στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
violončelo, cello, čelo, za violončelo, violončela
τσέλο στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
cello, violončelo
Τυχαίες λέξεις