Toimivalta στα ελληνικά

Μετάφραση: toimivalta, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυθεντία, εξουσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσία, κύρος, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
Toimivalta στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • juhlava στα ελληνικά - εορταστικός, εορταστική, εορταστικό, εορταστικές, γιορτινό
  • kuitenkin στα ελληνικά - ακίνητος, ακόμα, ωστόσο, ήρεμος, πάντως, γαλήνιος, όμως, ...
  • kuultaa στα ελληνικά - αγριοκοιτάζω, λάμπω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
  • kytätä στα ελληνικά - περιμένω, κατάσκοπος, κατασκοπεύω, περίμενε, περιμένετε, περιμένει, περιμένουμε, ...
Τυχαίες λέξεις
Toimivalta στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυθεντία, εξουσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσία, κύρος, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία