Värisevä στα ελληνικά

Μετάφραση: värisevä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισφαλής, τρεμούλιασμα, τρεμουλιαστός, τρεμάμενος, τρεμουλιαστό, τρεμουλιαστή, τρομώδης
Värisevä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • epärehellinen στα ελληνικά - άτιμος, στραβός, ανέντιμος, ανέντιμη, ανέντιμο, ανέντιμους, ανέντιμοι
  • katsaus στα ελληνικά - ανάλυση, ανασκόπηση, άποψη, ματιά, διερεύνηση, έρευνα, μελέτη, ...
  • linnunpoika στα ελληνικά - κοτοπουλάκι, κόμματος, πουλάκι, νεοσσός, φωλιάζει, που φωλιάζει, μαζεμένα
  • onnekkaasti στα ελληνικά - ευτυχώς, τελικά, τέλει, τελική ανάλυση, εν τέλει, σε τελική ανάλυση
Τυχαίες λέξεις
Värisevä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισφαλής, τρεμούλιασμα, τρεμουλιαστός, τρεμάμενος, τρεμουλιαστό, τρεμουλιαστή, τρομώδης