Verbi στα ελληνικά

Μετάφραση: verbi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρήμα, ρήματος, verb, το ρήμα, ρημάτων
Verbi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ekologinen στα ελληνικά - οικολογικός, οικολογική, οικολογικών, οικολογικής, οικολογικά
  • julkaisutoiminta στα ελληνικά - δημοσίευση, δημοσιοποίηση, έκδοση, δημοσίευμα, εκδόσεις, εκδόσεων, εκδοτική, ...
  • latva στα ελληνικά - θήκη, κορόνα, στέμμα, κορυφή, κορώνα, κορυφώνω, πάνω, ...
  • moraali στα ελληνικά - ηθικό δίδαγμα, ηθικός, ηθική, ηθικό, ηθικής
Τυχαίες λέξεις
Verbi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρήμα, ρήματος, verb, το ρήμα, ρημάτων