Λέξη: υγρό

Σχετικές λέξεις: υγρό

υγρό στον πνεύμονα, υγρό πυρ, υγρό γυαλί τιμή, υγρό στο γόνατο, υγρό άζωτο, υγρό απόσταγμα πράσινου τσαγιού, υγρό κέικ σοκολάτας, υγρό για σαπουνόφουσκες, υγρό γυαλί, υγρό στο αυτί αντιμετώπιση

Συνώνυμα: υγρό

ρευστό, χυμός, ζουμί, πηγή ενέργειας, ηλεκτρισμός, οινόπνευμα

Μεταφράσεις: υγρό

υγρό στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fluid, liquid, liquor, juice, wet

υγρό στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
líquido, fluido, licor, líquida, lıquido, líquidos, de líquido

υγρό στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dünnflüssig, geschmolzen, flüssig, flüssigkeit, fließend, gas, Flüssigkeit, liquid, flüssigen, Flüssigkeits

υγρό στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fluide, mouvant, humeur, coulant, fondu, liquide, eau, liquides, de liquide, du liquide, liquide de

υγρό στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fluido, scorrevole, liquido, liquidi, liquida, del liquido, liquido di

υγρό στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
líquido, gripe, lábio, bordo, líquida, líquidos, l�uido, de líquido

υγρό στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dun, vloeibaar, vloeistof, vloeibare, liquide, vloeistoffen

υγρό στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
жидкость, жидкий, влага, флюид, непостоянный, текучий, водяной, ликвидный, водянистый, редкий, жидкости, жидкого, жидкой

υγρό στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
væske, flytende, væsken

υγρό στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vätska, flytande, vätske, vätskan

υγρό στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
soljuva, neste, sulava, häilyvä, virtaava, sujuva, sula, liemi, nestemäinen, nestemäistä, nestemäisen, nestemäisten

υγρό στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
væske, flydende, væsken, væskeformige

υγρό στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tekoucí, likvidní, plynný, kapalný, tekutina, fluidum, kapalina, šťáva, tekutý, kapalné

υγρό στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
płyn, ciekły, ciecz, ciekłokrystaliczny, płynny, cieczowy, cieczy

υγρό στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lyukfolyadék, likvid, folyósítható, cseppfolyós, folyadék, folyékony, folyadékot, folyadékkal

υγρό στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sıvı, akıcı, likit, sıvının, bir sıvı

υγρό στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
флюїд, рідкий, рідину, рідина

υγρό στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
likuid, lëng, lëngshme, të lëngshme, lëngët

υγρό στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
течност, течен, течна, течни, течно

υγρό στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вадкасць, вадкасць пры

υγρό στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
muutlik, sula, vedel, voolis, vedelik, vedeliku, vedela, vedelate

υγρό στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tekućine, fluid, tečan, tekući, tečnost, tekućina, tekuće, tekuća

υγρό στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fljótandi, vökvi, vökva, vökvinn, vökvanum

υγρό στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
liquor, liquidus

υγρό στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skystas, skystis, skysčio, skysti, skystų

υγρό στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
šķidrums, šķidrs, šķidruma, šķidrā, šķidro

υγρό στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
течност, течноста, течни, течните, течна

υγρό στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lichid, fluid, lichide, lichidă, de lichid, lichidului

υγρό στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
likvidní, tekočina, tekoča, tekočine, tekoči, tekoče

υγρό στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kvapalina, tekutina, likvidní, tekutý, kvapaliny, kvapalinu

Στατιστικά δημοτικότητας: υγρό

Τυχαίες λέξεις