Ylämäki στα ελληνικά
Μετάφραση: ylämäki, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεβαίνω, ανήφορος, ανάβαση, αναβαθμίζω, σκαρφαλώνω, ανηφορικός, ανοδική, προς τα πάνω, προς τα άνω, ανοδικές, προς τα επάνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akku στα ελληνικά - μπαταρία, συστοιχία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
- alakuloinen στα ελληνικά - ζοφερός, απαισιόδοξος, κατήφεια, μελαγχολικός, χαμηλωμένα, αποθαρρυμένη, πηγάδι αερισμού, ...
- kummallinen στα ελληνικά - ιδιόμορφος, γραφικός, κωμικός, ενδιαφέρων, περίεργος, παράξενος, αλλόκοτος, ...
- pommi στα ελληνικά - βόμβα, βόμβας, βομβών, βομβιστική, βομβιστικές
Τυχαίες λέξεις
Ylämäki στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, ανήφορος, ανάβαση, αναβαθμίζω, σκαρφαλώνω, ανηφορικός, ανοδική, προς τα πάνω, προς τα άνω, ανοδικές, προς τα επάνω
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, ανήφορος, ανάβαση, αναβαθμίζω, σκαρφαλώνω, ανηφορικός, ανοδική, προς τα πάνω, προς τα άνω, ανοδικές, προς τα επάνω