Óbeit á grísku

Þýðing: óbeit, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
αποστροφή, φρίκη, αηδία, σιχαμάρα, απέχθεια, απέχθειας, απαίχθεια, την απέχθεια
Óbeit á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: óbeit

óbeit tungumála orðabók gríska, óbeit á grísku

Þýðingar

  • íþróttavöllur á grísku - στάδιο, παιχνίδι, παίξιμο, παίζουν, παίζει, παίζοντας
  • íþróttir á grísku - αθλητισμός, σπορ, αθλητικών, αθλήματα, αθλητικές
  • ódýr á grísku - φτηνός, φτηνές, φθηνά, φθηνή, φτηνό
  • óféti á grísku - κακόμοιρος, φουκαράδες, ταλαίπωρους, αχρείοι, τους ταλαίπωρους, κακομοίρηδες
Orð af handahófi
Óbeit á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: αποστροφή, φρίκη, αηδία, σιχαμάρα, απέχθεια, απέχθειας, απαίχθεια, την απέχθεια