Vaardig in het grieks
Vertaling: vaardig, Woordenboek: nederlands » grieks
Brontaal:
nederlands
Doeltaal:
grieks
Vertalingen:
έξυπνος, επιδέξιος, προχωρημένος, σβέλτος, ειδικός, επιτήδειος, εμπειρογνώμονας, ικανός, εμπειρογνώμων, καλός, αγαθός, καλά, ικανοί, κατέχουν, ικανό
Verwante woorden
Andere Talen
Verwante woorden: vaardig
communicatief, communicatief vaardig, sociaal vaardig, vaardig antoniemen, vaardig betekenis, vaardig talen woordenboek grieks, vaardig in het grieks
Vertalingen
- vaan in het grieks - λάβαρο, σημαία, μπαϊράκι, Διαφήμιση, banner, πανό
- vaandel in het grieks - λάβαρο, σημαία, μπαϊράκι, σημαιοφόρος, Ensign, εμβλήματος, ο Σημαιοφόρος
- vaardigheid in het grieks - φιλοτεχνία, διενέργεια, απόκτημα, πραγματογνωμοσύνη, επιδεξιότητα, απόκτηση, τέχνη, ...
- vaart in het grieks - διώρυγα, φόρα, βιασύνη, κανάλι, σπεύδω, ταχύτητα, οχετός, ...
Willekeurige woorden
Vaardig in het grieks - Woordenboek: nederlands » grieks
Vertalingen: έξυπνος, επιδέξιος, προχωρημένος, σβέλτος, ειδικός, επιτήδειος, εμπειρογνώμονας, ικανός, εμπειρογνώμων, καλός, αγαθός, καλά, ικανοί, κατέχουν, ικανό
Vertalingen: έξυπνος, επιδέξιος, προχωρημένος, σβέλτος, ειδικός, επιτήδειος, εμπειρογνώμονας, ικανός, εμπειρογνώμων, καλός, αγαθός, καλά, ικανοί, κατέχουν, ικανό