Acontecer em grego
Tradução: acontecer, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
παίρνω, γίνομαι, αυξάνομαι, μεγαλώνω, πηγαίνω, συμβαίνω, αποκτώ, αρμόζω, διαδραματίζω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: acontecer
acontecer ocorrer, acontecer em frances, acontecer em ingles, acontecer espanhol, acontecer naturalmente, acontecer dicionário de língua grego, acontecer em grego
Traduções
- aconselhar em grego - καμαρίλα, κατεύθυνση, καθοδήγηση, χειραγωγία, συμβουλεύω, συνιστώ, συμβουλεύει, ...
- aconselhável em grego - συνετός, συνετό, καλό, σκόπιμο, συνιστάται, ενδεδειγμένο, σκόπιμη
- acontecimento em grego - τύχη, περίπτωση, πιθανότητα, συγκυρία, ευκαιρία, συμβάν, εκδήλωση, ...
- acoplar em grego - ζευγάρι, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο
Palavras aleatórias
Acontecer em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: παίρνω, γίνομαι, αυξάνομαι, μεγαλώνω, πηγαίνω, συμβαίνω, αποκτώ, αρμόζω, διαδραματίζω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει
Traduções: παίρνω, γίνομαι, αυξάνομαι, μεγαλώνω, πηγαίνω, συμβαίνω, αποκτώ, αρμόζω, διαδραματίζω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει