Engager en grec
Traduction: engager, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
παίρνω, θεσπίζω, κάνω, νοικιάζω, υποθηκεύω, ανατρέφω, διαπράττω, καθιερώνω, δεσμεύω, εξαπολύω, πεδικλώνω, υπόσχομαι, βιβλιοδετώ, διαπιστώνω, υψώνω, υποχρεώνω, ασκούν, εμπλέκονται, εμπλακούν, συμμετέχουν, συμμετάσχουν
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): engager
engager antonymes, engager conjugaison, engager conversation, engager conversation tinder, engager en anglais, engager dictionnaire de langue grec, engager en grec
Traductions
- engagent en grec - αναλαμβάνουν, αναλαμβάνει, αναλάβουν, να αναλάβει, αναλάβει
- engageons en grec - ενέχυρο, υπόσχεση, ενεχύρου, ενεχυρίαση, υπόσχεσή
- engagez en grec - συμφωνώ, συμφωνούν, συμφωνήσουν, συμφωνήσει, συμφωνείτε
Mots aléatoires
Engager en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: παίρνω, θεσπίζω, κάνω, νοικιάζω, υποθηκεύω, ανατρέφω, διαπράττω, καθιερώνω, δεσμεύω, εξαπολύω, πεδικλώνω, υπόσχομαι, βιβλιοδετώ, διαπιστώνω, υψώνω, υποχρεώνω, ασκούν, εμπλέκονται, εμπλακούν, συμμετέχουν, συμμετάσχουν
Traductions: παίρνω, θεσπίζω, κάνω, νοικιάζω, υποθηκεύω, ανατρέφω, διαπράττω, καθιερώνω, δεσμεύω, εξαπολύω, πεδικλώνω, υπόσχομαι, βιβλιοδετώ, διαπιστώνω, υψώνω, υποχρεώνω, ασκούν, εμπλέκονται, εμπλακούν, συμμετέχουν, συμμετάσχουν