Abortion στα ελληνικά

Μετάφραση: abortion, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκτρωση, άμβλωση
Abortion στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aborted στα ελληνικά - ματαιώθηκε, ματαιωθεί, διακόπτεται, ματαιώνεται, ακυρωθεί
  • aborting στα ελληνικά - ματαίωση, ματαιωθεί, εγκατάλειψης, να ματαιωθεί, εγκατάλειψης της
  • abortionist στα ελληνικά - ενεργών εκτρώσεις, Αποβολέα, έκτρωση
  • abortionists στα ελληνικά - αμβλώσεων, των αμβλώσεων, εκτρώσεων, έκτρωσης
Τυχαίες λέξεις
Abortion στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκτρωση, άμβλωση