Adhere στα ελληνικά
Μετάφραση: adhere, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμμένω, κολλώ, προσκολλώμαι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adequate στα ελληνικά - επαρκής
- adhered στα ελληνικά - τηρούνται, τηρηθεί, τηρηθούν, προσκολλάται, τηρείται
- adherence στα ελληνικά - εμμονή
Τυχαίες λέξεις
Adhere στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμμένω, κολλώ, προσκολλώμαι
Μεταφράσεις: εμμένω, κολλώ, προσκολλώμαι