Adherent στα ελληνικά

Μετάφραση: adherent, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, προσφυόμενων
Adherent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adhered στα ελληνικά - τηρούνται, τηρηθεί, τηρηθούν, προσκολλάται, τηρείται
  • adherence στα ελληνικά - εμμονή
  • adherently στα ελληνικά - προσκολλημένα, συγκολλητικώς, σφικτά
  • adherents στα ελληνικά - υποστηρικτές, οπαδοί, οπαδών, οπαδούς, των οπαδών
Τυχαίες λέξεις
Adherent στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, προσφυόμενων