Adult στα ελληνικά

Μετάφραση: adult, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενήλικας, ενήλικος, ενηλίκων, ενήλικα, των ενηλίκων
Adult στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adulatory στα ελληνικά - κολακευτικός
  • adulterant στα ελληνικά - νοθευτικός, νοθεύων, νόθευμα, αλλοιωτής, ουσία νόθευσης
  • adulterate στα ελληνικά - νοθεύω, αλλοιώνω
Τυχαίες λέξεις
Adult στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενήλικας, ενήλικος, ενηλίκων, ενήλικα, των ενηλίκων