Λέξη: αντιζηλία
Σχετικές λέξεις: αντιζηλία
γυναικεία αντιζηλία, αδελφική αντιζηλία
Συνώνυμα: αντιζηλία
ανταγωνισμός, άμιλλα, συναγωνισμός
Μεταφράσεις: αντιζηλία
αντιζηλία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rivalry, a rivalry, jealousy
αντιζηλία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rivalidad, la rivalidad, rivalidad entre, rivalidades, competencia
αντιζηλία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wettstreit, rivalität, konkurrenzkampf, wetteifer, Rivalität, Konkurrenz, Rivalitäten, Wettstreit
αντιζηλία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rivalité, compétition, émulation, rivalités, la rivalité, de rivalité, les rivalités
αντιζηλία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
emulazione, rivalità, la rivalità, concorrenza, rivalità tra, di rivalità
αντιζηλία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rivalidade, rivalry, a rivalidade, rivalidades, rivalidade entre
αντιζηλία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wedijver, rivaliteit, concurrentie, de rivaliteit, rivaliteit tussen
αντιζηλία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
конкуренция, соперничество, соперничества, соперничеством, соперничестве
αντιζηλία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rivalisering, rivaliseringen
αντιζηλία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rivalitet, rivaliteten, tävlan, Fiendeskapet
αντιζηλία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kilpailu, kilvoittelu, kilpailua, kilpailun, kilpailusta, välinen kilpailu
αντιζηλία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
rivalisering, rivaliseringen, konkurrence, rivalitet, rivaliseren
αντιζηλία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
soupeření, rivalita, rivalství, rivality, rivalitu
αντιζηλία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rywalizacja, rywalizacji, rywalizację, współzawodnictwo, konkurencja
αντιζηλία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
versengés, rivalizálás, rivalizálást, vetélkedés, rivalizálása
αντιζηλία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
rekabet, rekabeti, bir rekabet, rekabetin
αντιζηλία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
суперник, конкурент, конкурувати, суперництво
αντιζηλία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rivaliteti, rivalitet, rivaliteti i, rivalitetin, rivalitet të
αντιζηλία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съперничество, съперничеството, конкуренция, съревнование
αντιζηλία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
суперніцтва, саперніцтва, спаборніцтва, канкурэнцыю, канкурэнцыя
αντιζηλία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rivaliteet, võistlus, konkurents, rivaalitsemine, vastasseis
αντιζηλία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
takmičenje, nadmetanje, suparništvo, rivalitet, rivalstvo, suparništva
αντιζηλία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samkeppni
αντιζηλία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
konkurencija, varžybos, varžymasis, lenktyniavimas, varžymosi
αντιζηλία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sacensība, sāncensība, sāncensību, konkurence, sacensības
αντιζηλία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ривалството, ривалство, ривалитет
αντιζηλία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rivalitate, rivalitatea, rivalității, rivalități, o rivalitate
αντιζηλία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rivalstvo, tekmovalnost, tekmovalnosti, rivalstva
αντιζηλία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rivalita, rivality, súperenie, rivalitu
Τυχαίες λέξεις