Affair στα ελληνικά

Μετάφραση: affair, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσμός, υπόθεση
Affair στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affably στα ελληνικά - προσηνώς
  • affairs στα ελληνικά - υποθέσεων, υποθέσεις, θέματα, Θεμάτων, Πολιτικής
Τυχαίες λέξεις
Affair στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσμός, υπόθεση