Λέξη: τουριστικός

Σχετικές λέξεις: τουριστικός

τουριστικός οδηγός καλαμάτας, τουριστικός οδηγός λακωνίας, τουριστικός οδηγός ρόδου, τουριστικός οδηγός σαντορίνη, τουριστικός οδηγός ρώμης, τουριστικός στρατηγικός σχεδιασμός 2021, τουριστικός οργανισμός πελοποννήσου, τουριστικός οδηγός ελλάδας, τουριστικός οδηγός, τουριστικός οδηγός βαρκελώνης

Συνώνυμα: τουριστικός

περιηγητικός

Μεταφράσεις: τουριστικός

τουριστικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tourist, touristic, tourism, a tourist, tour

τουριστικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
turista, turístico, turística, turismo, turísticos, turístico de

τουριστικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tourist, touristin, Tourismus, touristischen, touristische, touristisches

τουριστικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
touriste, vacancier, touristique, touristiques, fameuses, les fameuses, touristique de

τουριστικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
turista, escursionista, turistico, turistica, turistiche, turistici

τουριστικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
turista, excursão, turístico, turística, touristic, turísticas

τουριστικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toerist, Toeristische, toeristisch, toeristen, Tourismus, de toeristische

τουριστικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
интурист, путешественник, экскурсант, турист, Туристический, туристическая, туристические, туристической, Touristic

τουριστικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
turist, turis, Touristic, turistiske

τουριστικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
turist, turistiska, touristic, turism

τουριστικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
matkailija, turisti, matkalainen, matkaaja, matkailukäyttöön, touristic, matkailun, turistinähtävyydet, matkailuun

τουριστικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
feriegæst, turist, turistmæssige, turistede, turistområde

τουριστικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
turistický, turista, turistické, Turistická, Turistický, turistickou, turistickým

τουριστικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
turysta, turystyczny, turystyczne, turystycznym, turystycznej, turystyczno

τουριστικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
természetjáró, turisztikai, idegenforgalmi, turisták, turista, a turisztikai

τουριστικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
turistik, turizm, turistik bir, Touristic, Kompleksleri Turistik

τουριστικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
турист, подорожам, мандрівник, туристичний, Туристичне, Туристический

τουριστικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
turist, turistike, turistik, Touristic, e turistike, turistik i

τουριστικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
туристическо, туристическото, туристическата, туристическа, туристически

τουριστικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
турыстычны

τουριστικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
turist, turismi, turismialaselt, turismiarengule, reisisõnumeid

τουριστικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
putnik, izletnik, turista, turistička, turist, turistički, turističko, turističkom, turističkog

τουριστικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ferðamaður, ferðamanna, Tourist, fúslega, túristalegur

τουριστικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
turistas, turizmo, turistinis, turistinei, turistams, turistinė

τουριστικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tūrists, tūrisma, tūristu

τουριστικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
туристички, туристичките, туристичка, туристичката, туристичкиот

τουριστικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
turist, turistic, turistice, turistică, turistica, turismului

τουριστικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
turistka, turista, turistično, turistična, turistične, turistični, turističnem

τουριστικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
turista, turistický, turistka, turistické, turistickej, turistických, turisticky, Tourist

Στατιστικά δημοτικότητας: τουριστικός

Τυχαίες λέξεις