Antiquated στα ελληνικά

Μετάφραση: antiquated, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεπαλαιωμένος, απαρχαιωμένος
Antiquated στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antiquarianism στα ελληνικά - αρχαιοδίφηση, αρχαιοδιφία
  • antiquary στα ελληνικά - αρχαιολόγος, αρχαιοδίφης, ιστοριοδίφης, αρχαιοδίφη
Τυχαίες λέξεις
Antiquated στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεπαλαιωμένος, απαρχαιωμένος