Απαρχαιωμένος στα αγγλικά

Μετάφραση: απαρχαιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
archaic, antiquated, obsolete, outdated, fashioned
Απαρχαιωμένος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος

outdated
  • απαρχαιωμένος

Σχετικές λέξεις: απαρχαιωμένος

απαρχαιωμένος συνώνυμα, απαρχαιωμένος συνώνυμο, απαρχαιωμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, απαρχαιωμένος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • απαραβίαστο στα αγγλικά - sanctity, inviolability, inviolable, inviolability of, inviolability for
  • απαριθμώ στα αγγλικά - detail, enumerate, LISTED, I list
  • απαστράπτω στα αγγλικά - sparkle, flare
  • απασχολημένος στα αγγλικά - busy
Τυχαίες λέξεις
Απαρχαιωμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: archaic, antiquated, obsolete, outdated, fashioned