Articulate στα ελληνικά

Μετάφραση: articulate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έναρθρος, ευκρινής
Articulate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • article στα ελληνικά - άρθρο, άρθρου, το άρθρο, του άρθρου, αντικείμενο
  • articles στα ελληνικά - άρθρα, Τα άρθρα, είδη, άρθρων, αντικείμενα
  • articulated στα ελληνικά - αρθρωτό, αρθρωτά, αρθρωτών, αρθρωτού, αρθρωτή
  • articulately στα ελληνικά - αρθρωτά
Τυχαίες λέξεις
Articulate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έναρθρος, ευκρινής