Bankrupt στα ελληνικά

Μετάφραση: bankrupt, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρεοκοπημένος
Bankrupt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bankrolling στα ελληνικά - Bankrolling
  • bankrolls στα ελληνικά - πορτοφόλια, τα bankrolls, το bankroll, παίκτες χαμηλών ποσών
  • bankruptcies στα ελληνικά - πτωχεύσεις, χρεοκοπίες, πτωχεύσεων, πτώχευσης, οι πτωχεύσεις
Τυχαίες λέξεις
Bankrupt στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρεοκοπημένος