Become στα ελληνικά
Μετάφραση: become, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γίνομαι, αρμόζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- becomes στα ελληνικά - γίνεται, καθίσταται, γίνει, καταστεί, μετατρέπεται
- becoming στα ελληνικά - αρμόζων
Τυχαίες λέξεις
Become στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γίνομαι, αρμόζω
Μεταφράσεις: γίνομαι, αρμόζω