Λέξη: μαϊντανός

Σχετικές λέξεις: μαϊντανός

μαϊντανός σε γλάστρα, μαϊντανός ιδιότητες, μαϊντανός και άνηθος, μαϊντανός θεραπευτικές ιδιότητες, μαϊντανός ασθένειες, μαϊντανός στα αγγλικά, μαϊντανός αγγλικά, μαϊντανός καλλιέργεια, μαϊντανός νεφρά, μαϊντανός english

Συνώνυμα: μαϊντανός

πετροσέλινο

Μεταφράσεις: μαϊντανός

μαϊντανός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
parsley, of parsley

μαϊντανός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
perejil, el perejil, de perejil, del perejil

μαϊντανός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
petersilie, Petersilie, Petersilien, parsley

μαϊντανός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
persil, le persil, de persil, du persil, parsley

μαϊντανός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
prezzemolo, il prezzemolo, di prezzemolo, parsley, del prezzemolo

μαϊντανός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
papagaio, salsa, parsley, salsinha, de salsa, a salsa

μαϊντανός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
peterselie, de peterselie

μαϊντανός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
петрушка, петрушки, петрушку, петрушкой, зелень петрушки

μαϊντανός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
persille, persillen

μαϊντανός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
persilja, parsley, persiljan

μαϊντανός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
persilja, persiljaa, parsley, persiljalla, persiljan

μαϊντανός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
persille

μαϊντανός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
petržel, petrželová, petrželkou, petrželka, petrželky

μαϊντανός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pietruszka, pietruszki, parsley, pietruszką, natka pietruszki

μαϊντανός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
petrezselyem, petrezselymes, petrezselymet, petrezselyemmel, a petrezselymet

μαϊντανός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
maydanoz, maydonoz, parsley, maydanozu

μαϊντανός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
петрушка

μαϊντανός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
majdanoz, majdanoz i, majdanoz të

μαϊντανός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
магданоз, магданоза, от магданоз

μαϊντανός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пятрушка, петрушка

μαϊντανός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
petersell, peterselli, peterselliga

μαϊντανός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
peršin, peršina, peršinom, peršinov, persin

μαϊντανός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
steinselja, steinselju, steinseljurótarmauki

μαϊντανός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
petroselinum

μαϊντανός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
petražolė, petražolės, petražolių, petražoles, petražolėmis

μαϊντανός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pētersīļi, pētersīlis, pētersīļus, pētersīļu, pētersīļiem

μαϊντανός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
магдонос, магдоносот, магданос, магданоз

μαϊντανός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pătrunjel, patrunjel, patrunjelul, de pătrunjel, de patrunjel

μαϊντανός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
peteršilj, peteršilja, peteršiljem, listni peteršilj, peteršiljeva

μαϊντανός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
petržlen, petržlenová vňať, petržlenovú vňať, petržlenu
Τυχαίες λέξεις