Deduce στα ελληνικά

Μετάφραση: deduce, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάγω, συμπεραίνω, συναγάγει, συμπεράνουμε, να συναγάγει
Deduce στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • applicator στα ελληνικά - εφαρμοστή, απλικατέρ, εφαρμοστής, εφαρμογέα
  • beings στα ελληνικά - όντα, όντων, τα όντα, πλάσματα, οντα
  • camphene στα ελληνικά - καμφενίου, καμφένιο, το καμφένιο, από καμφένιο, του καμφενίου
Τυχαίες λέξεις
Deduce στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάγω, συμπεραίνω, συναγάγει, συμπεράνουμε, να συναγάγει