Λέξη: κρουνός
Σχετικές λέξεις: κρουνός
κρουνός συνώνυμα, κρουνός συνωνυμο, κρουνός σημασια, πυροσβεστικός κρουνός, σφαιρικός κρουνός, κρουνός εκκένωσης
Συνώνυμα: κρουνός
στόμιο, στόμιο αντλίας, υδρορροή
Μεταφράσεις: κρουνός
κρουνός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
torrent, spout, jet, cock, tap, His cock
κρουνός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
raudal, torrente, aguacero, caño, canalón, pico, pitorro, surtidor
κρουνός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wolkenbruch, sturzbach, sturzflut, Tülle, Ausguss, Schnabel, Auslauf
κρουνός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
averse, ruisseau, ondée, abat, torrent, avalaison, bec, bec verseur, goulotte, goulot, verseur
κρουνός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
acquazzone, torrente, becco, beccuccio, bocca, erogatore, canna
κρουνός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bica, bico, bico de, spout, bica de
κρουνός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stroom, vloed, tuit, uitloop, spuiten, schenktuit
κρουνός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
град, поток, словоизвержение, струя, носик, излив, носиком, носика, излива
κρουνός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tut, tuten, utløpet, helletut
κρουνός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ström, pip, pipen, utloppet
κρουνός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ryöppy, vuolle, koski, kaatosade, virta, nokka, juoksuputki, nokan, kaatonokka, spout
κρουνός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tud, tuden, hældetud, hældetuden
κρουνός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
proud, liják, záplava, bystřina, příval, chrlič, výtok, hubice, hubička, hubičky
κρουνός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ulewa, potok, rynna, odpływ, chlusnąć, dziobek, wylewka
κρουνός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kilövell, kifolyó, kiöntő, kifolyócső, kifolyóval
κρουνός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
püskürme, oluk, emzik, ağzı, musluğu
κρουνός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потік, струмінь, носик
κρουνός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hundëz, çurg, derdhet me curril, lëfyt, curril
κρουνός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
чучур, улей, струя, чучур за
κρουνός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
носік, дзюбку
κρουνός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
veejuga, valing, tila, väljavooluotsiku, tilaga, jooksutoru, tilast
κρουνός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bujica, poplava, pljusak, sisak, izljevak, izljevkom
κρουνός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stút, spretta, spretta upp
κρουνός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
snapelis, kaklelis, postringauti, nutekamasis vamzdis, burgėti
κρουνός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
snīpis, padeves krāns, padeves krāns ar, caur snīpi, izšļākt
κρουνός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бескорисно, бликам, грло, грлото, чучур
κρουνός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
puhoi, cioc, gura de scurgere, bucșei, duză, jgheab
κρουνός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
izliv, žlebu, dulec, dulca, izlivne
κρουνός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chrlič, chŕlič, obluda
Τυχαίες λέξεις