Denizen στα ελληνικά

Μετάφραση: denizen, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάτοικος
Denizen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accumulatively στα ελληνικά - σωρευτικά, αθροιστικά, συσσωρευτικά, συσσωρευτικά συνίσταται, σωρευτικά οι
  • acute στα ελληνικά - οξυδερκής, έντονος, οξύς
  • canalized στα ελληνικά - διοχετευόταν, εντός διαύλων, με διώρυγες
Τυχαίες λέξεις
Denizen στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάτοικος