Discomfort στα ελληνικά

Μετάφραση: discomfort, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταλαιπωρία, δυσφορία, ενόχληση, δυσφορίας, ενοχλήσεις
Discomfort στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • almond-tree στα ελληνικά - Αμυγδαλιά
  • amorousness στα ελληνικά - ερωτοληψία
  • atrophic στα ελληνικά - ατροφική, ατροφικής, ατροφικές, ατροφικό, ατροφικών
  • bacon στα ελληνικά - μπέικον, μπέϊκον, το μπέικον, το μπέϊκον
Τυχαίες λέξεις
Discomfort στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταλαιπωρία, δυσφορία, ενόχληση, δυσφορίας, ενοχλήσεις