Domesticate στα ελληνικά

Μετάφραση: domesticate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξημερώνω, τιθασεύω
Domesticate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • air-brick στα ελληνικά - air-, αέρα, στον αέρα, αέρος
  • americanize στα ελληνικά - εξαμερικανίζω
  • attested στα ελληνικά - πιστοποιείται, βεβαιώνεται, μαρτυρείται, που βεβαιώνεται, πιστοποιούμενες
  • blimey στα ελληνικά - Τι στο καλό, Blimey
Τυχαίες λέξεις
Domesticate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξημερώνω, τιθασεύω