Dwindle στα ελληνικά

Μετάφραση: dwindle, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συρρικνώνομαι
Dwindle στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beano στα ελληνικά - το Beano
  • black-currant στα ελληνικά - μαύρη, μαύρο, μαύρα, με μαύρη
  • blunders στα ελληνικά - γκάφες, λάθη, σφάλματα, διαπράττει σφάλμα, λανθασμένους χειρισμούς
  • boxwood στα ελληνικά - πύξος, πυξάρι, το πυξάρι, πυξαριού
Τυχαίες λέξεις
Dwindle στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συρρικνώνομαι