Evident στα ελληνικά

Μετάφραση: evident, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εναργής, προφανής
Evident στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accelerated στα ελληνικά - επιταχυνόμενη, επιταχύνθηκε, επιταχύνεται, επιταχυνθεί, επιτάχυνση
  • air-exhauster στα ελληνικά - air-, αέρα, στον αέρα, αέρος
  • bricklayer's στα ελληνικά - χτίστη, πλινθοκτίστη
  • chained στα ελληνικά - αλυσοδεθεί, αλυσοδεμένο, αλυσοδεμένος, αλυσοδεμένα, αλυσίδας
Τυχαίες λέξεις
Evident στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εναργής, προφανής