Αμετάκλητος στα αγγλικά

Μετάφραση: αμετάκλητος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
irreversible, irrevocable, unrevoked, irreversibility, finality
Αμετάκλητος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αμετάκλητος

unrevoked
  • αμετάκλητος
irrevocable
  • αμετάκλητος
  • ανέκκλητος
irreversible
  • αμετάτρεπτος
  • αμετάκλητος

Σχετικές λέξεις: αμετάκλητος

αμετάκλητος αντώνυμο, αμετάκλητος συνώνυμο, αμετάκλητος αγγλικά, αμετάβλητος συνώνυμα, αμετάκλητος λεξικό γλώσσας αγγλικά, αμετάκλητος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αμερόληπτος στα αγγλικά - fair-minded, unbiased, impartial, detached, an impartial, impartiality
  • αμετάβλητος στα αγγλικά - immutable, unchanged, unchangeable, changeless, invariable
  • αμετάπειστος στα αγγλικά - adamant
  • αμετάτρεπτος στα αγγλικά - irreversible, inconvertible, adamant, unconvertible
Τυχαίες λέξεις
Αμετάκλητος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: irreversible, irrevocable, unrevoked, irreversibility, finality