Explosion στα ελληνικά

Μετάφραση: explosion, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκρηξη, έκρηξης, εκρήξεις, από εκρήξεις, εκρήξεως
Explosion στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • airtime στα ελληνικά - χρόνο ομιλίας, του χρόνου ομιλίας, χρόνου ομιλίας, χρόνος ομιλίας
  • anciently στα ελληνικά - αρχαιότητα, στην αρχαιότητα, την αρχαιότητα, αρχαία χρόνια
  • approaching στα ελληνικά - πλησιάζει, προσεγγίζοντας, πλησιάζοντας, πλησιάζουν, προσεγγίζει
  • bone-shaker στα ελληνικά - οστών, των οστών, οστά, οστού, οστό
Τυχαίες λέξεις
Explosion στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκρηξη, έκρηξης, εκρήξεις, από εκρήξεις, εκρήξεως