Form στα ελληνικά

Μετάφραση: form, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μορφή, δελτίο
Form στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accrued στα ελληνικά - δεδουλευμένος, δεδουλευμένων, δεδουλευμένους, δεδουλευμένοι, δεδουλευμένα
  • ace στα ελληνικά - άσσος, ACE, ΜΕΑ, άσσο, άσος
  • axiology στα ελληνικά - αξιολογίας, αξιολογία
  • biconvex στα ελληνικά - αμφίκυρτα, αμφίκυρτο, αμφίκυρτου, αμφίκυρτων, αμφίκυρτο με
Τυχαίες λέξεις
Form στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μορφή, δελτίο