Λέξη: ακρωτήριο

Σχετικές λέξεις: ακρωτήριο

ακρωτήριο της καλής ελπίδας, ακρωτήριο χορν, ακρωτήριο αρχιτεκτονική, ακρωτήριο ταίναρο, ακρωτήριο πούντα, ακρωτήριο καφηρέας, ακρωτήριο μελαγκάβι, ακρωτήριο αρτεμίσιο, ακρωτήριο μαλέας, ακρωτήριο κανάβεραλ

Συνώνυμα: ακρωτήριο

ακρωτήρι, κάπα, μπέρτα, πελερίνα, λεπτό βαμβακερό ύφασμα

Μεταφράσεις: ακρωτήριο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cape, promontory, headland, acroterion, Verde
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
promontorio, capa, capote, cabo, esclavina, del cabo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
umhang, kap, Umhang, Kap, Cape, Kaps
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cap, promontoire, cape, pèlerine, du Cap
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mantella, promontorio, mantello, capo, mantellina, del Capo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
capa, cabo, Cape, do Cabo, de cabo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kaaps, kaap, Cape, de kaap, in Cape, van Cape
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
капюшон, плащ, накидка, мыс, плащ-палатка, пелерина, Cape
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
cape, Kapp, kappe, neset, i Cape
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
udde, cape, udden, udd, Kap
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
niemi, kappa, Cape, Kap, niemen, viitta
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
cape, kappe, Kap, i Cape, forbjerget
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mys, pelerína, Cape, Kapské, pláštěnku
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
cypel, przylądek, narzutka, mantylka, peleryna, cape, przylądka
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pelerin, földfok, körgallér, köpeny, Cape, köpenyt, foki
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pelerin, Cape, burun, pelerini, kap
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пелерина, капюшон, мис, плащ
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kep, pelerinë, Kepi, Cape, Kepi i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плащ, нос, Кабо, Кейп, Cape, пелерина
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мыс, ў Мыс
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
keep, neem, peleriin, Cape, Cabo, neeme
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
rta, ogrtač, rt, punta, Cape, rtu, u Cape, plašt
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Höfði, Cape, kápu, að Höfði, Höfðaborg
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ragas, pelerina, iškyšulys, Cape, kyšulys
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zemesrags, apmetnis, kapuce, rags, cape
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нос, рт, Кејп, наметка
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cap, pelerină, Cape, pelerina, Capul
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
cape, ogrinjalo, rt, Zelenortskih, Zelenortski
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mys, Cape, Marroquiská, Cap
Τυχαίες λέξεις