Haughtiness στα ελληνικά
Μετάφραση: haughtiness, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έπαρση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cascaded στα ελληνικά - κλιμάκωση, κλιμακώνεται, κλιμακούμενο, κλιμακωτά
- causalities στα ελληνικά - νομοτέλειες, αιτιοτήτων, αιτιώδους συνδέσμου, αιτιότητες, αιτιώδους
Τυχαίες λέξεις
Haughtiness στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έπαρση
Μεταφράσεις: έπαρση