Ιθαγενής στα αγγλικά

Μετάφραση: ιθαγενής, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
indigenous, native, aboriginal, tribesman
Ιθαγενής στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ιθαγενής

native
  • ντόπιος
  • ιθαγενής
  • εγχώριος
  • γενέθλιος
  • έμφυτος
  • ατόφιος
aboriginal
  • ιθαγενής
  • αρχέγονος
  • αυτοχθών
  • ιθαγενές
  • πρωτόγονος
indigenous
  • εγχώριος
  • ιθαγενής
  • αυτοχθών

Σχετικές λέξεις: ιθαγενής

ιθαγενής αγγλικά, ιθαγενής λαοί, συνωνυμα ιθαγενής, ιθαγενής ετυμολογία, ιθαγενής ορισμός, ιθαγενής λεξικό γλώσσας αγγλικά, ιθαγενής στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ιερότητα στα αγγλικά - sanctity, sacredness, holiness, sanctity of, sacred
  • ιθαγένεια στα αγγλικά - nationality, citizenship, nationals, nationality of, nationals of
  • ιθύνω στα αγγλικά - govern, rule, makers, Parent, leaders, mastermind, Decision maker
  • ικανά στα αγγλικά - ably, capable, able, capable of, likely, competent
Τυχαίες λέξεις
Ιθαγενής στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: indigenous, native, aboriginal, tribesman