Infuriate στα ελληνικά
Μετάφραση: infuriate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαγριώνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antitheses στα ελληνικά - αντιθέσεις, αντιθέσεων, τις αντιθέσεις
- archaism στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
- biggest στα ελληνικά - το μεγαλύτερο, μεγαλύτερος, μεγαλύτερο, μεγαλύτερη, μεγαλύτερες
- bleed στα ελληνικά - αιμορραγώ, ματώνω
Τυχαίες λέξεις
Infuriate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαγριώνω
Μεταφράσεις: εξαγριώνω