Ματαιότητα στα αγγλικά
Μετάφραση: ματαιότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
vanity, uselessness, futility, futility of, the futility
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ματαιότητα
vanity
- ματαιοδοξία
- ματαιότητα
- κενοδοξία
- ματαιότης
- αυταρέσκεια
- ματαιοφροσύνη
- ματαιοδοξία
- ματαιότης
- ματαιότητα
- ματαιότητα
- αχρηστία
Σχετικές λέξεις: ματαιότητα
ματαιότητα συνώνυμα, ματαιότητα ετυμολογία, ματαιότητα ορισμός, ματαιότητα συνώνυμο, ματαιότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, ματαιότητα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ματαιοδοξία στα αγγλικά - vanity, vainglory
- ματαιόδοξος στα αγγλικά - vain, conceited, vainglorious
- ματαιώνω στα αγγλικά - nullify, abort, thwart, foil, cancel, call off, balk
- ματιά στα αγγλικά - glance, look, glimpse, look at, through our
Τυχαίες λέξεις
Ματαιότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: vanity, uselessness, futility, futility of, the futility
Μεταφράσεις: vanity, uselessness, futility, futility of, the futility