Intimidate στα ελληνικά

Μετάφραση: intimidate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκφοβίζω
Intimidate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assumedly στα ελληνικά - θεωρούμενα, θεωρούμενα ως, που φέρεται
  • bristles στα ελληνικά - τρίχες, τριχών, σκληρές τρίχες, τις τρίχες, οι τρίχες
  • burial-mound στα ελληνικά - ταφικός, κοιμητηρίων
  • capitalized στα ελληνικά - κεφαλαιοποιημένη, κεφαλαιοποιούνται, κεφαλαιοποιημένων, κεφαλαιοποιημένες, κεφαλαιοποιημένης
Τυχαίες λέξεις
Intimidate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκφοβίζω