Loot στα ελληνικά

Μετάφραση: loot, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάφυρα, λεηλατώ, λεφτά, λάφυρο, λεία, πλιάτσικο, λαφύρων
Loot στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • additive στα ελληνικά - πρόσμειξη, πρόσθετο
  • atmospheres στα ελληνικά - ατμόσφαιρες, ατμοσφαιρών, ατμόσφαιρα, ατμόσφαιρας
Τυχαίες λέξεις
Loot στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάφυρα, λεηλατώ, λεφτά, λάφυρο, λεία, πλιάτσικο, λαφύρων