Outbreak στα ελληνικά

Μετάφραση: outbreak, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδήλωση, ξέσπασμα, έκρηξη
Outbreak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrogated στα ελληνικά - καταργήθηκε, καταργηθεί, καταργείται, καταργούνται, κατήργησε
  • air-stable στα ελληνικά - σταθερό στον αέρα, σταθερό στο αέρα
  • carbonated στα ελληνικά - αεριούχα, ανθρακούχα, ανθρακούχο, αεριούχων, ανθρακούχων
  • caused στα ελληνικά - προκαλείται, προκαλούνται, που προκαλείται, που προκαλούνται, προκάλεσε
Τυχαίες λέξεις
Outbreak στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδήλωση, ξέσπασμα, έκρηξη