Λέξη: έντομο

Σχετικές λέξεις: έντομο

έντομο ψαλίδα, έντομο ψαράκι, έντομο μέλισσα, έντομο δορυφόρος, έντομο κοριόσ, έντομο κέρμης, έντομο στο αυτί, έντομο ονειροκρίτησ, έντομο παπαρούνα, έντομο θρίπας

Συνώνυμα: έντομο

κοριός, μικρόβιο, χοάνη, πηδητής, σκάφη, ζωύφιο

Μεταφράσεις: έντομο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
insect, bug, pest, insect is, the insect
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bicho, insecto, insectos, de insectos, los insectos, del insecto
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
insekt, Insekt, Insekten, Insekts, Insekten-
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
insecte, insectes, des insectes, les insectes, d'insectes
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
insetto, insetti, dell'insetto, degli insetti, di insetti
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inscrever, insecto, insectos, inseto, insetos, de insetos
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
insecten, insect, insectencellen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
насекомое, ничтожество, насекомых, насекомого, насекомыми, насекомым
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
insekt, insektvoks, insekter, insektet
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
insekt, insekts, kryp, insekter, insekten
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hyönteinen, hyönteiset, hyönteisten, hyönteisen, insect, hyönteis-
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
insekt, insekter, insect, insekt-, insektet
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hmyz, insecto, hmyzu, hmyzí, hmyzem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
insekt, owad, owady, owadów, insect
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rovar, rovarok, rovart, rovar-, a rovarok
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
böcek, haşere, insekt, böceklerin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
незбагненно, комаха, комаху
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
insekt, insekteve, e insekteve, insekti, insekt i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
насекомо, насекоми, на насекоми, от насекоми, инсекти
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шасьцiножка, казурка, насякомае, казурку, насекомое, жамяра
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
putukas, putukate, putuka, putukavahad, putuka-
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
insekt, kukac, insekata, insekta, kukca
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skordýrum, skordýra, skordýr, skordýrið, skordýra-
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vabzdys, vabzdžių, vabzdžio, insect, vabzdžiams
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kukainis, insekts, kukaiņu, insektu, kukaiņi
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
инсектот, инсекти, од инсекти, инсект, на инсекти
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
insectă, insecte, insectelor, de insecte, insecta
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žuželka, insektov, insect, žuželk, insektom
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hmyz, hmyzu

Στατιστικά δημοτικότητας: έντομο

Τυχαίες λέξεις