Past στα ελληνικά
Μετάφραση: past, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περασμένος, παρελθόν, το παρελθόν, τελευταία, παρελθόντος, τελευταίων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altercate στα ελληνικά - φιλονικώ
- apportioning στα ελληνικά - κατανομή, την κατανομή, επιμερισμό, τον επιμερισμό, αναλογική κατανομή
- biophysicists στα ελληνικά - Βιοφυσικούς, Biophysicists
Τυχαίες λέξεις
Past στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περασμένος, παρελθόν, το παρελθόν, τελευταία, παρελθόντος, τελευταίων
Μεταφράσεις: περασμένος, παρελθόν, το παρελθόν, τελευταία, παρελθόντος, τελευταίων