Λέξη: τσίμπημα
Σχετικές λέξεις: τσίμπημα
τσίμπημα σκορπιού, τσίμπημα ψύλλου, τσίμπημα κοριού, τσίμπημα σφήκας, τσίμπημα αράχνης, τσίμπημα μέλισσας, τσίμπημα τσουκνίδας, τσίμπημα μέλισσας πρήξιμο, τσίμπημα ψύλλου αντιμετώπιση, τσίμπημα μέλισσας αντιμετώπιση
Συνώνυμα: τσίμπημα
δάγκαμα, δαγκωνιά, παγωνιά, ρόφημα, δάγκωμα, πιάσιμο, πρέζα, τσιμπιά, στενοχώρια, κεντρί, κέντρο, πόνος, τσιμπών
Μεταφράσεις: τσίμπημα
τσίμπημα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bite, sting, pinch, pinching, nip
τσίμπημα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bocado, picada, picadura, morder, picar, mordisco, mordedura, aguijón, picadura de, la picadura, escozor
τσίμπημα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stechen, stich, bissen, greifen, fassen, happen, beißen, Stachel, Stich, sting, Brennen
τσίμπημα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mordent, pincer, mordre, manger, piqûre, piquer, mordiller, mordons, ronger, mords, mordez, morsure, goulée, picoter, aiguillon, dard, sting
τσίμπημα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
addentatura, addentare, mordere, morso, azzannare, abboccare, pungiglione, Sting, puntura, pungere, bruciore
τσίμπημα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mordida, rilhar, morder, ferrão, picada, ferroada, sting, aguilhão
τσίμπημα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
knauwen, beitsen, bijten, beet, happen, angel, steek, prikkel, prikken, sting
τσίμπημα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
жечь, прокус, прикус, ужалить, покусать, хватка, закусать, кусок, зажатие, клев, едкость, покусывать, клевать, откусывать, закусывать, прикусывать, жало, Sting, Стинг, укус, жалить
τσίμπημα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stikk, bitt, bite, svie, brodd, stikket, sting
τσίμπημα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bett, bita, sting, udd, sticka, sticket
τσίμπημα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haukata, puraista, haukkaus, purema, terä, purra, haukku, pisto, sting, pistin, kirvelee, pistää
τσίμπημα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bide, stik, Sting, brod, brodden, Sting live
τσίμπημα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kousnout, leptat, pokousat, hrýzt, žvanec, uštknutí, brát, hryzat, štípat, kousat, píchnout, pálit, kousnutí, štípnout, uštknout, rozežírat, žihadlo, bodnutí, štípanec, osten, štípnutí
τσίμπημα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pokąsać, ugryzienie, kąsek, zgryźć, zaciśnięcie, kęs, ukąsić, ugryźć, nagryzać, kąsać, zagryźć, chwyt, gryźć, zgryz, ukąszenie, odgryźć, żądło, ukłucie, użądlenie, sting
τσίμπημα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fullánk, Sting, csípése, fullánkja, fullánkját
τσίμπημα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ısırmak, acı, sting, sokması, iğne, sokma
τσίμπημα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кусатися, роз'їдати, укус, палити, отруєння, жало, тиснуло
τσίμπημα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kafshoj, djeg, thumboj, therje, pickim, gjallëroj
τσίμπημα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ужилване, жило, при ужилване, при ужилване от, уязвявам
τσίμπημα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
джала, ціснула, вора
τσίμπημα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suutäis, nõelama, kipitama, astel, kõrvetus, hammustus, torge
τσίμπημα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gristi, ugriz, odgristi, zagristi, ujesti, ubod, ubosti, žaoka, ujed
τσίμπημα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
biti, bíta, Sting, stunga, broddur, sigur
τσίμπημα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kąsti, įkandimas, įgėlimas, geluonis, gėlimas, gelti, apkandžioti
τσίμπημα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dzelonis, dzelt, iedzelt, sting, dzēliens
τσίμπημα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата
τσίμπημα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
muşcătură, ustura, intepatura, Sting, înțepătură, intepatura de
τσίμπημα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sting, želo, pika, Žaoka, piku
τσίμπημα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
žihadlo, žihadlom
Στατιστικά δημοτικότητας: τσίμπημα
Τυχαίες λέξεις